Royal doors

http://dbpedia.org/resource/Royal_doors an entity of type: WikicatChristianReligiousObjects

Carská vrata nebo též Královská nebo Svatá brána a podobně, rusky Царские врата (Carskije vrata) je dvoukřídlá branka ležící proti prestolu v oltáři. Jsou to de facto hlavní dveře ikonostasu v pravoslavném nebo řeckokatolickém chrámu. Carská brána vede do oltářní části chrámu a symbolizuje rajskou bránu. Carskými vraty může procházet pouze kněz. rdf:langString
Les Saintes Portes (appelées aussi Portes royales ou Belles Portes) sont les portes centrales de l'iconostase dans les églises orthodoxes ou catholiques de rite byzantin. rdf:langString
Królewskie wrota (cs. carskije wrata), drzwi królewskie, święte drzwi, carskie wrota, rajskie wrota, Brama Królewska, Święta Brama, Święte Wrota – w cerkwiach główne, dwuskrzydłowe drzwi ikonostasu w jego środkowej części. Przejście otwierane tylko podczas nabożeństwa (wyjątkiem jest tydzień paschalny, kiedy na znak otwartego grobu Jezusa Chrystusa zarówno carskie, jak i diakońskie wrota są otwarte dzień i noc). Przechodzić przez nie może jedynie kapłan pełniący posługę i głowa państwa w dzień koronacji, w niektórych momentach nabożeństw też diakon. rdf:langString
Ца́рские врата́ — двустворчатые двери напротив Престола (в алтаре), главные врата иконостаса в православном храме. Царские врата ведут в алтарную часть храма и символизируют собой врата Рая. rdf:langString
Ωραία Πύλη αποκαλείται η κεντρική (μεσαία) πύλη του Ιερού Βήματος («Ιερού») μέσα σε έναν ορθόδοξο χριστιανικό ναό. Η πύλη αυτή είναι η μία από τις τρεις πύλες-ανοίγματα στο τέμπλο, το οποίο χωρίζει το Ιερό από τον κυρίως ναό. Οι άλλες πύλες ονομάζονται και «παραπόρτια». Στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές το τέμπλο είχε μορφή απλού χαμηλού κιγκλιδώματος, οπότε οι είσοδοι αυτές αποκαλούνταν «καγκελοθύρια» ή «Άγια Θύρα». Αλλά από τη βυζαντινή περίοδο και μετά η Ωραία Πύλη κατασκευαζόταν (και κατασκευάζεται) περισσότερο εξέχουσα και μεγαλόπρεπη, είτε με ένα τόξο πάνω από αυτή, στηριζόμενο σε δύο κίονες, είτε με τη διαμόρφωση ενός «προστώου», δηλαδή με 4 κίονες και πάνω της ένας μικρός θόλος ή πλάκα. Το άνοιγμα της πύλης καλύπτεται με δίφυλλη πόρτα, τα βημόθυρα ή (στη λαϊκή γλώσσα) τα δηλόπορτα. rdf:langString
The royal doors, holy doors, or beautiful gates are the central doors of the iconostasis in an Eastern Orthodox or Eastern Catholic church. In Orthodox Churches, the sanctuary (sometimes called the Altar, which contains the Holy Table) is separated from the nave by a wooden screen called the iconostasis. The iconostasis represents Christian continuity from the veil of the Temple in Jerusalem which separated the people from the Holy of Holies that housed the Ark of the Covenant. Normally, the iconostasis has three doors in it. The two single doors to the right and left are called "deacons' doors" or "angel doors" and they usually have on them icons of either sainted deacons (Saint Stephen, Saint Lawrence, etc.) or the Archangels Michael and Gabriel. These are the doors that the clergy will rdf:langString
Ца́рські врата́, також ца́рські воро́та, ца́рські две́рі — центральні двостулкові двері іконостаса, що ведуть до престолу у вівтарі. Царські врата ведуть у вівтарну частину храму і символізують собою врата Раю. Як правило, на вратах зображені чотири євангелісти і Благовіщення як символ того, що врата Раю знову стали відкриті для людей. Другою праворуч від Царських врат зазвичай зображується ікона, якою освячений храм. rdf:langString
rdf:langString Carská vrata
rdf:langString Ωραία Πύλη
rdf:langString Saintes Portes
rdf:langString Royal doors
rdf:langString Królewskie wrota
rdf:langString Царские врата
rdf:langString Царські врата
xsd:integer 8357124
xsd:integer 1089993674
rdf:langString Carská vrata nebo též Královská nebo Svatá brána a podobně, rusky Царские врата (Carskije vrata) je dvoukřídlá branka ležící proti prestolu v oltáři. Jsou to de facto hlavní dveře ikonostasu v pravoslavném nebo řeckokatolickém chrámu. Carská brána vede do oltářní části chrámu a symbolizuje rajskou bránu. Carskými vraty může procházet pouze kněz.
rdf:langString Ωραία Πύλη αποκαλείται η κεντρική (μεσαία) πύλη του Ιερού Βήματος («Ιερού») μέσα σε έναν ορθόδοξο χριστιανικό ναό. Η πύλη αυτή είναι η μία από τις τρεις πύλες-ανοίγματα στο τέμπλο, το οποίο χωρίζει το Ιερό από τον κυρίως ναό. Οι άλλες πύλες ονομάζονται και «παραπόρτια». Στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές το τέμπλο είχε μορφή απλού χαμηλού κιγκλιδώματος, οπότε οι είσοδοι αυτές αποκαλούνταν «καγκελοθύρια» ή «Άγια Θύρα». Αλλά από τη βυζαντινή περίοδο και μετά η Ωραία Πύλη κατασκευαζόταν (και κατασκευάζεται) περισσότερο εξέχουσα και μεγαλόπρεπη, είτε με ένα τόξο πάνω από αυτή, στηριζόμενο σε δύο κίονες, είτε με τη διαμόρφωση ενός «προστώου», δηλαδή με 4 κίονες και πάνω της ένας μικρός θόλος ή πλάκα. Το άνοιγμα της πύλης καλύπτεται με δίφυλλη πόρτα, τα βημόθυρα ή (στη λαϊκή γλώσσα) τα δηλόπορτα. Αυτά είτε καλύπτουν όλο το ύψος της Ωραίας Πύλης, είτε το κατώτερο μισό. Αμέσως δεξιά της Ωραίας Πύλης, όπως βλέπει ο πιστός από τον κυρίως ναό προς το Ιερό, τοποθετείται πάντοτε εικόνα του ενήλικου Χριστού, ενώ αριστερά της Ωραίας Πύλης τοποθετείται πάντοτε εικόνα της Θεοτόκου, που συνήθως κρατά τον Χριστό ως νήπιο στα χέρια της. Δίπλα και αριστερά από την εικόνα της Παναγίας τοποθετείται η εικόνα του Αγίου ή της Αγίας στον οποίο ή στην οποία είναι αφιερωμένος ο συγκεκριμένος Ναός. Δίπλα και δεξιά από τον Χριστό, βρίσκεται η εικόνα του Ιωάννη του Πρόδρομου. Πατέρες της Εκκλησίας διείδαν διάφορους συμβολισμούς στο τέμπλο, αλλά ιδιαίτερως στα βημόθυρα. Αυτά συμβολίζουν τη Θεοτόκο, ως θύρα δια της οποίας πέρασε ο Χριστός προκειμένου να εισέλθει στον κόσμο μας. Για τον λόγο αυτό, πριν αρχίσει τη Θεία Λειτουργία ο λειτουργός ιερέας, ανοίγοντας την Ωραία Πύλη (πάνω στα βημόθυρα της οποίας αγιογραφείται συνήθως ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου) ψυθιρίζει το τροπάριο «Τῆς εὐσπλαχνίας τὴν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν εὐλογημένη Θεοτόκε…». Δηλαδή ζητεί από την Παναγία να ανοίξει την πύλη της μητρικής της αγάπης, ώστε να προσέλθει ο Χριστός ανάμεσα στους πιστούς και αυτοί να εισέλθουν μέσα σε Αυτόν. Πάνω από την Ωραία Πύλη υπάρχει συνήθως η παράσταση του Μυστικού Δείπνου (και στις ρωσικές εκκλησίες η Ανάσταση), ενώ δεξιά και αριστερά της οι εικόνες του (των δώδεκα σπουδαιότερων εορτών), μέχρι τα άκρα του τέμπλου.
rdf:langString The royal doors, holy doors, or beautiful gates are the central doors of the iconostasis in an Eastern Orthodox or Eastern Catholic church. In Orthodox Churches, the sanctuary (sometimes called the Altar, which contains the Holy Table) is separated from the nave by a wooden screen called the iconostasis. The iconostasis represents Christian continuity from the veil of the Temple in Jerusalem which separated the people from the Holy of Holies that housed the Ark of the Covenant. Normally, the iconostasis has three doors in it. The two single doors to the right and left are called "deacons' doors" or "angel doors" and they usually have on them icons of either sainted deacons (Saint Stephen, Saint Lawrence, etc.) or the Archangels Michael and Gabriel. These are the doors that the clergy will normally use when entering the sanctuary. The central double doors are the "holy doors" (Slavonic: Svyatýa Vratá), which are considered to be most sacred, and may only be entered at certain sacred moments during the services, and only by ordained clergy (deacons, priests, bishops). The term Royal Doors (Greek: Ωραία Πύλη: Slavonic: Tsárskiya Vratá) is commonly used to describe the Holy Doors, because Christ passes through these gates during the Great Entrance at the Divine Liturgy (and most especially during the Liturgy of the Presanctified Gifts). More properly, however, these doors should be called the "Beautiful Gate", and in Greek this is the only term used, although the official English sites of the Ecumenical Patriarchate, the Orthodox Church in America and the Antiochian Orthodox Church all use the term "Royal Doors". In Russia, they are sometimes called the "Red Gates", red being synonymous with beautiful. Whatever its name, a typical gate consists of two hinged doors. Often they will be only half-height, but sometimes they go almost all the way to the top of the opening. The doors themselves are made of wood or metal and usually have painted on them an icon of the Annunciation in the form of a diptych (the Theotokos on the right door, and the Archangel Gabriel on the left), either alone or with the four Evangelists. Other icons may be used also. The doors may be intricately carved and gilded, and are almost always topped by a cross. Theologically the Holy Doors represent the gates of Jerusalem, through which Christ entered on Palm Sunday. They also represent the entrance to the Heavenly Jerusalem. In the Russian practice, there are detailed rules as to when the doors are to be opened during Vespers, Matins and the Divine Liturgy. When the gates are opened, it represents moments when God is especially present to his people, such as during the reading of the Gospel, or when the faithful are receiving Holy Communion. Most of the time the doors are closed. This is symbolic of penitence, a reminder that sin separates the individual from God. There is also a curtain or veil, scored to remind that in the Temple in Jerusalem, behind the Holy Doors which is opened and closed at specific times during the services. While the veil is always open whenever the Holy Doors are opened, sometimes when the Holy Doors are closed, the rubrics call for the veil to be opened. The curtain is usually more plainly decorated. Alternatively a sliding panel depicting "Christ the Great High Priest" may take place of the doors and curtain and certain churches may have no physical barrier at all. Only the higher clergy (bishops, priests, and deacons) are permitted to go through the Holy Doors, and even they may only pass through them when it is prescribed by the liturgical rubrics. During Bright Week (the week following Easter Sunday), the Holy Doors and veil remain open the entire week. During this time, the open doors symbolize the open Tomb of Christ. The Epitaphios (icon representing the burial shroud of Christ) is visible on top of the Holy Table (altar table) through the open Holy Doors as a witness of the Resurrection. During Bright Week, the clergy, who would normally use the Deacons Doors to go in and out of the sanctuary, will always enter and exit through the Holy Doors When a bishop serves the Divine Liturgy, the Holy Doors and veil are left open for the entire service (except during the communion of the clergy). The bishop will always pass through the Holy Doors, even at times when priests or deacons cannot. If the rubrics call for the Holy Doors to be closed, they will be opened for him to pass through, and then immediately closed again. In addition to referring to the Holy Doors, the term royal doors can also (and more properly) refer to either of the following: * Most correctly, the term royal doors indicates the large central doors that separate the narthex from the nave. This is the formal entrance to the church proper (i.e. the nave) and was, in former times, the ceremonial entrance of the Emperor, hence the epithet 'royal'. In current use, these doors are used by all although monasteries and some parish churches use the doors liturgically as the point where the abbot or a bishop vests before making a formal entrance. * A third use of "royal doors" is to indicate the outside entrance into the church. This appears to be a rare usage but appropriate to those churches that do not have a physical separation between the narthex and the nave.
rdf:langString Les Saintes Portes (appelées aussi Portes royales ou Belles Portes) sont les portes centrales de l'iconostase dans les églises orthodoxes ou catholiques de rite byzantin.
rdf:langString Królewskie wrota (cs. carskije wrata), drzwi królewskie, święte drzwi, carskie wrota, rajskie wrota, Brama Królewska, Święta Brama, Święte Wrota – w cerkwiach główne, dwuskrzydłowe drzwi ikonostasu w jego środkowej części. Przejście otwierane tylko podczas nabożeństwa (wyjątkiem jest tydzień paschalny, kiedy na znak otwartego grobu Jezusa Chrystusa zarówno carskie, jak i diakońskie wrota są otwarte dzień i noc). Przechodzić przez nie może jedynie kapłan pełniący posługę i głowa państwa w dzień koronacji, w niektórych momentach nabożeństw też diakon.
rdf:langString Ца́рские врата́ — двустворчатые двери напротив Престола (в алтаре), главные врата иконостаса в православном храме. Царские врата ведут в алтарную часть храма и символизируют собой врата Рая.
rdf:langString Ца́рські врата́, також ца́рські воро́та, ца́рські две́рі — центральні двостулкові двері іконостаса, що ведуть до престолу у вівтарі. Царські врата ведуть у вівтарну частину храму і символізують собою врата Раю. Як правило, на вратах зображені чотири євангелісти і Благовіщення як символ того, що врата Раю знову стали відкриті для людей. Другою праворуч від Царських врат зазвичай зображується ікона, якою освячений храм. Царські врата мають велике символічне значення в православному богослужінні. Сама назва «Царські врата» (або «Святі врата») походить від того, що через них входить Цар Слави Господь Ісус Христос у Святих Дарах. На відміну від північних і південних врат іконостаса (т. з. дияконські врата), Царські врата відкриваються тільки для урочистих виходів або інших, описаних уставом, моментів богослужіння. Коли під час богослужіння ієрей або диякон відкриває Царські врата, парафіяни роблять поясний уклін. Також і проходячи повз врата, віруючі зазвичай роблять хресне знамення і уклін. Під час богослужіння в Царські врата можуть входити тільки священнослужителі.
xsd:nonNegativeInteger 8080

data from the linked data cloud