Kaza
http://dbpedia.org/resource/Kaza an entity of type: WikicatSubdivisionsOfTheOttomanEmpire
El qadà o kazâ (àrab: قضاء, qaḍāʾ, en plural أقضية, aqḍiya; turc otomà: kazâ) és una divisió administrativa històricament usada en l'Imperi Otomà i posteriorment en diversos dels estats que el succeïren. El terme prové del turc otomà i significa ‘(territori sota la) jurisdicció (d'un cadi)’; sovint és traduït com ‘districte’, ‘subdistricte’ (terme que també s'aplica a nàhiya) o ‘districte judicial’.
rdf:langString
Kaza (arabsky قضاء, qaḍāʾ, osmanskou turečtinou kazâ, bulharsky каза) je dřívější územní jednotka Osmanské říše a v současné době v některých jejích nástupnických státech. Termín pochází z osmanské turečtiny a znamená jurisdikce; často se překládá jako okres, podoblast, nebo soudní okres.
rdf:langString
القضاء (الجمع: أقضية) هو نوع من أنواع التقسيمات الإدارية. وهو في الغالب بالمرتبة الثانية في هرمية الوحدات الإدارية بعد المحافظة أو الولاية.
rdf:langString
Una kaza o qadaa (en árabe, قضاء, qaḍāʾ, pronunciado /qɑˈd̪ˤɑːʔ/, plural: أقضية, aqḍiyah, pronunciado /ˈɑqd̪ˤijɑ/; en turco otomano, kazâ) es una división administrativa utilizada históricamente en el Imperio otomano y actualmente en varios de sus estados sucesores. El término proviene del turco otomano y significa "jurisdicción"; a menudo se traduce como "distrito", "subdistrito" (aunque esto también se aplica a una nahiya) o "distrito jurídico".
rdf:langString
A kaza (Arabic: قضاء, qaḍāʾ, pronounced [qɑˈd̪ˤɑːʔ], plural: أقضية, aqḍiyah, pronounced [ˈɑqd̪ˤijɑ]; Ottoman Turkish: قضا, kaza) is an administrative division historically used in the Ottoman Empire and is currently used in several of its successor states. The term is from Ottoman Turkish and means 'jurisdiction'; it is often translated 'district', 'sub-district' (though this also applies to a nahiye ناحية), or 'juridical district'.
rdf:langString
Caza, Cadalik, Qadaa, Qazaa ou Gaza est un mot d'origine arabe (قضاء qaḍāʾ, qɑˈd̪ˤɑːʔ, pluriel أقضية aqḍiyah ˈɑqd̪ˤijɑ ; kaza) signifiant, littéralement, juridiction.
rdf:langString
Kaza (ar.: قضاء, wymowa [qɑˈd̪ˤɑːʔ], trl. qaḍāʾ, trb. kada, l.mnoga: أقضية, wymowa [ˈɑqd̪ˤijɑ], trl. aqḍiya, trb. akdija; osmańskoturecki: kazâ) – jednostka administracyjna dawnego Imperium Osmańskiego. Obecnie kaza jest jednostką podziału administracyjnego w kilku państwach, będących jego sukcesorami. Termin pochodzi z osmańskotureckiego i oznacza "jurysdykcję". Tłumaczy się go jako "dystrykt" (powiat), "subdystrykt" (obręb - choć odnosi się on również do ) lub "okręg sądowy".
rdf:langString
Cada (em árabe: قضاء; romaniz.: qaḍāʾ; pl. أقضية, aqḍiyah) ou caza (em turco otomano: kazâ) é uma divisão administrativa usada historicamente no Império Otomano e atualmente em vários de seus Estados sucessores. O termo vem do turco otomano e significa "jurisdição"; é frequentemente traduzido como "distrito", "subdistrito" (embora isso também se aplique a um anaia) ou "distrito jurídico".
rdf:langString
Каза (араб. قضاء, qaḍāʾ, произносится [qɑˈdˤɑːʔ], во множественном числе: араб. أقضية, aqḍiyah, произносится [ˈɑqdˤijɑ]; осман. kazâ) — единица административного деления, исторически использовавшая в Османской империи и в настоящее время использующаяся в ряде её государств-преемников. Термин происходит от турецкого и означает «юрисдикции»; часто переводится как «район», «подокруг» (хотя это также применимо к Нахия), или «правовой район».
rdf:langString
卡扎(阿拉伯语:قضاء, qaḍāʾ, 發音:[qɑˈd̪ˤɑːʔ],复数: أقضية, aqḍiyah, 發音:[ˈɑqd̪ˤijɑ]; 鄂圖曼土耳其語:kazâ),原奥斯曼帝国及尤其分裂诞生的现代国家使用的一个行政区划名称。该词源自奥斯曼土耳其语,本义为司法权、管辖权,作为区划名称常翻译为“区”或“县”。
rdf:langString
Каза (осман. kazâ, араб. قضاء, кадаʾ, множина أقضية, акдійя) — адміністративна та судова одиниця в Османській імперії. Запроваджена в середині XV ст. Натепер використовується в Туреччині, Сирії, Іраку, Йордані, Лівані, Палестинській державі. У перекладі значить «округ», «район», «правовий округ».
rdf:langString
Ο καζάς (αραβικά: قضاء, qaḍāʾ, πληθυντικός: أقضية, aqḍiyah, οθωμανικά τουρκικά: kazâ, τουρκικά: kaza) ή το καϊμακαμλίκι (τουρκικά Kaymakamlığı) αποτελεί μια διοικητική διαίρεση που χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και έπειτα από τα διάδοχα κράτη της αυτοκρατορίας. Η λέξη προέρχεται από οθωμανική τουρκική γλώσσα και σημαίνει "διοίκηση" και συχνά μεταφράζεται ως "επαρχία", "υπο-επαρχία" (επίσης αναφέρεται έτσι και ο "ναχιγές") ή "δικαστική περιφέρεια". Στην ελληνική ιστοριογραφία μεταφράζεται και ως "νομός" μιμούμενος την μεταγενέστερη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας. Σήμερα ο "καζάς" ή "καδάς" αποτελεί την δεύτερου επιπέδου διοικητική διαίρεση του και του , ενώ αποτελεί την τρίτου επιπέδου διοικητική διαίρεση της Ιορδανίας.
rdf:langString
Col termine qaḍāʾ (in arabo: قضاء qaḍāʾ: [qɑˈd̪ˤɑːʔ], pl. أقضية aqḍiya: [ˈɑqd̪ˤijɑ]; in turco ottomano: [kazaː]); letteralmente "giurisdizione"), in italiano cazà, si indica una suddivisione amministrativa di secondo livello in Iraq e Libano e per indicare una suddivisione amministrativa di terzo livello in Giordania, inferiore rispetto al governatorato (muḥāfaẓa). Il qaḍāʾ è stata una divisione amministrativa di secondo livello in Siria; ora esso è chiamato Mintaqah (regione). La pronuncia ottomana è simile alle consuete forme inglesi kaza o caza.
rdf:langString
rdf:langString
Kaza
rdf:langString
قضاء (تقسيم إداري)
rdf:langString
Kaza
rdf:langString
Kaza
rdf:langString
Καζάς
rdf:langString
Kaza
rdf:langString
Kaza
rdf:langString
Caza (juridiction)
rdf:langString
Qaḍāʾ
rdf:langString
Kaza (jednostka administracyjna)
rdf:langString
Caza
rdf:langString
Каза
rdf:langString
Каза (округ)
rdf:langString
卡扎
xsd:integer
2947419
xsd:integer
1101446651
rdf:langString
El qadà o kazâ (àrab: قضاء, qaḍāʾ, en plural أقضية, aqḍiya; turc otomà: kazâ) és una divisió administrativa històricament usada en l'Imperi Otomà i posteriorment en diversos dels estats que el succeïren. El terme prové del turc otomà i significa ‘(territori sota la) jurisdicció (d'un cadi)’; sovint és traduït com ‘districte’, ‘subdistricte’ (terme que també s'aplica a nàhiya) o ‘districte judicial’.
rdf:langString
Kaza (arabsky قضاء, qaḍāʾ, osmanskou turečtinou kazâ, bulharsky каза) je dřívější územní jednotka Osmanské říše a v současné době v některých jejích nástupnických státech. Termín pochází z osmanské turečtiny a znamená jurisdikce; často se překládá jako okres, podoblast, nebo soudní okres.
rdf:langString
القضاء (الجمع: أقضية) هو نوع من أنواع التقسيمات الإدارية. وهو في الغالب بالمرتبة الثانية في هرمية الوحدات الإدارية بعد المحافظة أو الولاية.
rdf:langString
Ο καζάς (αραβικά: قضاء, qaḍāʾ, πληθυντικός: أقضية, aqḍiyah, οθωμανικά τουρκικά: kazâ, τουρκικά: kaza) ή το καϊμακαμλίκι (τουρκικά Kaymakamlığı) αποτελεί μια διοικητική διαίρεση που χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και έπειτα από τα διάδοχα κράτη της αυτοκρατορίας. Η λέξη προέρχεται από οθωμανική τουρκική γλώσσα και σημαίνει "διοίκηση" και συχνά μεταφράζεται ως "επαρχία", "υπο-επαρχία" (επίσης αναφέρεται έτσι και ο "ναχιγές") ή "δικαστική περιφέρεια". Στην ελληνική ιστοριογραφία μεταφράζεται και ως "νομός" μιμούμενος την μεταγενέστερη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας. Σήμερα ο "καζάς" ή "καδάς" αποτελεί την δεύτερου επιπέδου διοικητική διαίρεση του και του , ενώ αποτελεί την τρίτου επιπέδου διοικητική διαίρεση της Ιορδανίας. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο καζάς ήταν «μια γεωγραφική περιοχή που υπόκειται σε νομική και διοικητική δικαιοδοσία ενός δικαστή, του καδή». Με τις πρώτες μεταρρυθμίσεις, που είναι γνωστές ως τανζιμάτ, του 1839 οι διοικητικές αρμοδιότητες του καδή μεταφέρθηκαν σε έναν διοικητή, τον καϊμακάμη, με τον καδή να περιορίζεται στην άσκηση των δικαστικών του αρμοδιοτήτων στα πλαίσια του ισλαμικού νόμου. Αργότερα την εποχή των τανζιμάτ, ο καζάς γίνεται διοικητική διαίρεση με το «Σχέδιο Επαρχιακής Μεταρρύθμισης» του 1864, το οποίο υλοποιήθηκε κατά την επόμενη δεκαετία. Ο καζάς ενοποιούσε τις αρμοδιότητες του διοικητή (καϊμακάμη) που διοριζόταν από το Υπουργείο Εσωτερικών της αυτοκρατορίας, του ταμία (διευθύνοντα συμβούλου των χρηματοδοτήσεων) και του δικαστή (καδή) σε μία ενιαία διοικητική μονάδα. Η διοικητική μεταρρύθμιση αποτελούσε μέρος των προσπαθειών της Υψηλής Πύλης για τη δημιουργία ενιαίας ορθολογικής διαχείρισης σε όλη την αυτοκρατορία. Ο καζάς αποτελούσε υποδιαίρεση μιας διοικητικής περιφέρειας, του σαντζακίου, που αυτό αποτελούσε διαίρεση του βιλαετίου, και αντιστοιχούσε περίπου σε μια πόλη με τα γύρω χωριά της. Με την σειρά τους, ο καζάς διαιρούνταν σε άλλες υπο-επαρχίες, τον ναχιγέ, που διοικούνταν από έναν διοικητικό τοποτηρητή, τον "μουντούρη", και την κοινότητα, το "", που διοικούνταν από τον "μουχτάρη". Σύμφωνα με την αναθεώρηση του διοικητικού δικαίου το 1871, ο ναχιγές, που συνέχιζε να διοικείται από τον μουντούρη, αποτελούσε το ενδιάμεσο επίπεδο μεταξύ του καζά και του χωριού, που διοικείται από τον "κιόι μουχτάρ". Ο καζάς αποτελούσε κατά το παρελθόν το δεύτερο επίπεδο διοικητικής διαίρεσης της Συρίας, που έχει αντικατασταθεί με την επαρχία, που ονομάζεται "μιντακάχ". Τα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυση του τουρκικού κράτους, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ο όρος καζάς μέχρι την αντικατάστασή με τον "ίλσε" την δεκαετία του 1920.
rdf:langString
Una kaza o qadaa (en árabe, قضاء, qaḍāʾ, pronunciado /qɑˈd̪ˤɑːʔ/, plural: أقضية, aqḍiyah, pronunciado /ˈɑqd̪ˤijɑ/; en turco otomano, kazâ) es una división administrativa utilizada históricamente en el Imperio otomano y actualmente en varios de sus estados sucesores. El término proviene del turco otomano y significa "jurisdicción"; a menudo se traduce como "distrito", "subdistrito" (aunque esto también se aplica a una nahiya) o "distrito jurídico".
rdf:langString
A kaza (Arabic: قضاء, qaḍāʾ, pronounced [qɑˈd̪ˤɑːʔ], plural: أقضية, aqḍiyah, pronounced [ˈɑqd̪ˤijɑ]; Ottoman Turkish: قضا, kaza) is an administrative division historically used in the Ottoman Empire and is currently used in several of its successor states. The term is from Ottoman Turkish and means 'jurisdiction'; it is often translated 'district', 'sub-district' (though this also applies to a nahiye ناحية), or 'juridical district'.
rdf:langString
Caza, Cadalik, Qadaa, Qazaa ou Gaza est un mot d'origine arabe (قضاء qaḍāʾ, qɑˈd̪ˤɑːʔ, pluriel أقضية aqḍiyah ˈɑqd̪ˤijɑ ; kaza) signifiant, littéralement, juridiction.
rdf:langString
Kaza (ar.: قضاء, wymowa [qɑˈd̪ˤɑːʔ], trl. qaḍāʾ, trb. kada, l.mnoga: أقضية, wymowa [ˈɑqd̪ˤijɑ], trl. aqḍiya, trb. akdija; osmańskoturecki: kazâ) – jednostka administracyjna dawnego Imperium Osmańskiego. Obecnie kaza jest jednostką podziału administracyjnego w kilku państwach, będących jego sukcesorami. Termin pochodzi z osmańskotureckiego i oznacza "jurysdykcję". Tłumaczy się go jako "dystrykt" (powiat), "subdystrykt" (obręb - choć odnosi się on również do ) lub "okręg sądowy".
rdf:langString
Col termine qaḍāʾ (in arabo: قضاء qaḍāʾ: [qɑˈd̪ˤɑːʔ], pl. أقضية aqḍiya: [ˈɑqd̪ˤijɑ]; in turco ottomano: [kazaː]); letteralmente "giurisdizione"), in italiano cazà, si indica una suddivisione amministrativa di secondo livello in Iraq e Libano e per indicare una suddivisione amministrativa di terzo livello in Giordania, inferiore rispetto al governatorato (muḥāfaẓa). Il qaḍāʾ è stata una divisione amministrativa di secondo livello in Siria; ora esso è chiamato Mintaqah (regione). La pronuncia ottomana è simile alle consuete forme inglesi kaza o caza. La denominazione trae origine dall'esperienza ottomana che col termine si riferiva (come ancor oggi avviene in Turchia) al territorio nel quale aveva piena giurisdizione ogni deliberato giudiziario (qaḍāʾ) del qāḍī, di nomina statale, e dove vigeva il governo del Caimacam. Il termine designa anche il giudizio emesso dal qaḍī nell'ambito del "", contrapposto alla diyāna - la coscienza - del "". È stato una suddivisione di un Sangiaccato che corrispondeva all'incirca a una città con i suoi villaggi circostanti. Nei primi anni nella Repubblica di Turchia si continuò ad usare il termine cazà, rinominato però ilçe dopo il 1920.
rdf:langString
Cada (em árabe: قضاء; romaniz.: qaḍāʾ; pl. أقضية, aqḍiyah) ou caza (em turco otomano: kazâ) é uma divisão administrativa usada historicamente no Império Otomano e atualmente em vários de seus Estados sucessores. O termo vem do turco otomano e significa "jurisdição"; é frequentemente traduzido como "distrito", "subdistrito" (embora isso também se aplique a um anaia) ou "distrito jurídico".
rdf:langString
Каза (араб. قضاء, qaḍāʾ, произносится [qɑˈdˤɑːʔ], во множественном числе: араб. أقضية, aqḍiyah, произносится [ˈɑqdˤijɑ]; осман. kazâ) — единица административного деления, исторически использовавшая в Османской империи и в настоящее время использующаяся в ряде её государств-преемников. Термин происходит от турецкого и означает «юрисдикции»; часто переводится как «район», «подокруг» (хотя это также применимо к Нахия), или «правовой район».
rdf:langString
卡扎(阿拉伯语:قضاء, qaḍāʾ, 發音:[qɑˈd̪ˤɑːʔ],复数: أقضية, aqḍiyah, 發音:[ˈɑqd̪ˤijɑ]; 鄂圖曼土耳其語:kazâ),原奥斯曼帝国及尤其分裂诞生的现代国家使用的一个行政区划名称。该词源自奥斯曼土耳其语,本义为司法权、管辖权,作为区划名称常翻译为“区”或“县”。
rdf:langString
Каза (осман. kazâ, араб. قضاء, кадаʾ, множина أقضية, акдійя) — адміністративна та судова одиниця в Османській імперії. Запроваджена в середині XV ст. Натепер використовується в Туреччині, Сирії, Іраку, Йордані, Лівані, Палестинській державі. У перекладі значить «округ», «район», «правовий округ».
xsd:nonNegativeInteger
5700