Feminist language reform
http://dbpedia.org/resource/Feminist_language_reform an entity of type: Thing
Feminist language reform or feminist language planning refers to the effort, often of political and grassroots movements, to change how language is used to gender people, activities and ideas on an individual and societal level. This initiative has been adopted in countries such as Sweden, Switzerland and Australia, and has not been linked to higher gender equality.
rdf:langString
La féminisation linguistique est un procédé linguistique qui consiste à inclure le genre féminin dans le langage. Certains pays, dont la Suède, la Suisse et l'Australie, ont officiellement épousé ce type de . En France, l'Académie française, qui ne dispose que d'un pouvoir consultatif, s'y était opposée avant de s'y résoudre en 2019.
rdf:langString
Die feministische Linguistik oder feministische Sprachwissenschaft ist eine sozialwissenschaftliche Disziplin, welche Sprache und Sprachgebrauch unter feministischen Gesichtspunkten analysiert und beurteilt. Ihr Ursprung liegt wie bei der Frauenforschung im englischen Sprachraum. In der zweiten Hälfte des 20. Jahrhunderts entstand in den USA im Zuge der feministischen Bewegung ein verstärktes wissenschaftliches Interesse am unterschiedlichen Sprachgebrauch der Geschlechter. Wegweisend waren Language and Women's Place (1973) von Robin Lakoff, Male/Female Language (1975) von (1924–2003) und Language and Sex (1975) von (1934–2016). Anders als die Linguistik (Sprachwissenschaft) versteht sich die feministische Linguistik selbst nicht nur als beschreibende (deskriptive), sondern auch als inte
rdf:langString
Η φεμινιστική γλωσσολογία είναι μια κοινωνική επιστήμη που αναλύει και αξιολογεί τη γλώσσα και τη χρήση της υπό το πρίσμα του φεμινισμού. Οι ρίζες της βρίσκονται στην αγγλόφωνη επιστημονική κοινότητα. Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ στα πλαίσια του φεμινιστικού κινήματος ένα αυξημένο επιστημονικό ενδιαφέρον για τη διαφορετική χρήση της γλώσσας μεταξύ των δυο φύλων. Πρωτοπόρα έργα ήταν τα Language and Women's Place (η γλώσσα και η θέση των γυναικών) (1973) από τον Robin Lakoff, Male/Female Language (ανδρική/γυναικεία γλώσσα) (1975) από τη Mary Richie Key (1924–2003) και Language and Sex (η γλώσσα και το φύλο) (1975) από τη Nancy Henley (1934–2016). Σε αντίθεση με την γλωσσολογία η φεμινιστική γλωσσολογία βλέπει τον εαυτό της όχι μόνο ως περιγραφική, αλλά και ως παρεμβατ
rdf:langString
Феміністи́чна мо́вна рефо́рма, також феміністи́чне мо́вне планува́ння стосується зусиль, частіше політичних і низових рухів, а також ідей на індивідуальному та громадському рівнях, спрямованих змінити те, як мова використовується щодо статі та гендеру людей, видів діяльності, статусів та посад (перш за все престижних та високооплачуваних). Переосмислення мови на предмет гідного включення жінок і гендерно-неконформних людей логічно витікає з підвищення гендерної рівності внаслідок феміністичної боротьби. Як частина державної гендерної політики феміністична мовна реформа впроваджена у Швеції, Швейцарії та Австралії.
rdf:langString
rdf:langString
Feministische Linguistik
rdf:langString
Φεμινιστική γλωσσολογία
rdf:langString
Féminisation linguistique
rdf:langString
Feminist language reform
rdf:langString
Феміністична мовна реформа
xsd:integer
47665171
xsd:integer
1122558237
rdf:langString
Η φεμινιστική γλωσσολογία είναι μια κοινωνική επιστήμη που αναλύει και αξιολογεί τη γλώσσα και τη χρήση της υπό το πρίσμα του φεμινισμού. Οι ρίζες της βρίσκονται στην αγγλόφωνη επιστημονική κοινότητα. Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ στα πλαίσια του φεμινιστικού κινήματος ένα αυξημένο επιστημονικό ενδιαφέρον για τη διαφορετική χρήση της γλώσσας μεταξύ των δυο φύλων. Πρωτοπόρα έργα ήταν τα Language and Women's Place (η γλώσσα και η θέση των γυναικών) (1973) από τον Robin Lakoff, Male/Female Language (ανδρική/γυναικεία γλώσσα) (1975) από τη Mary Richie Key (1924–2003) και Language and Sex (η γλώσσα και το φύλο) (1975) από τη Nancy Henley (1934–2016). Σε αντίθεση με την γλωσσολογία η φεμινιστική γλωσσολογία βλέπει τον εαυτό της όχι μόνο ως περιγραφική, αλλά και ως παρεμβατική επιστήμη και συνεπώς ως μέρος ενός πολιτικο-κοινωνικού κίνηματις που αναλύει και κρίνει τη γλώσσα και τη χρήση της με βάση κοινωνιολογικά και πολιτικά κριτήρια. Αυτός είναι και ο λόγος που συχνά δεν θεωρείται ως μέρος της γλωσσολογικής θεωρίας αλλά γλωσσολογικής κριτικής υπό το πρίσμα του φεμινισμού. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, έχουν αναδυθεί δύο βασικά θέματα της φεμινιστικής γλωσσολογίας: η φεμινιστική ανάλυση της γλώσσας (η ανάλυση της χρήσης της γλώσσας και των δομών και των συστημάτων αξιών που μεταδίδονται μέσω της γλώσσας) και η φεμινιστική ανάλυση της συνομιλίας (η ανάλυση των μορφών επικοινωνίας και της γλώσσας που σχετίζεται αλλά και διαμορφώνει το φύλο και τους φυλετικούς κανόνες).
rdf:langString
Die feministische Linguistik oder feministische Sprachwissenschaft ist eine sozialwissenschaftliche Disziplin, welche Sprache und Sprachgebrauch unter feministischen Gesichtspunkten analysiert und beurteilt. Ihr Ursprung liegt wie bei der Frauenforschung im englischen Sprachraum. In der zweiten Hälfte des 20. Jahrhunderts entstand in den USA im Zuge der feministischen Bewegung ein verstärktes wissenschaftliches Interesse am unterschiedlichen Sprachgebrauch der Geschlechter. Wegweisend waren Language and Women's Place (1973) von Robin Lakoff, Male/Female Language (1975) von (1924–2003) und Language and Sex (1975) von (1934–2016). Anders als die Linguistik (Sprachwissenschaft) versteht sich die feministische Linguistik selbst nicht nur als beschreibende (deskriptive), sondern auch als intervenierende Wissenschaft und damit als Teil einer politisch-sozialen Bewegung, die Sprache und Sprachgebrauch anhand von soziologischen und politischen Kriterien kritisiert. Daher wird sie in der Sprachwissenschaft oft nicht als Teildisziplin wahrgenommen, sondern als feministische Sprachkritik aufgefasst (vergleiche den entsprechenden Abschnitt unter Sprachkritik). Seit Mitte der 1980er Jahre haben sich zwei Themenschwerpunkte der feministischen Linguistik herauskristallisiert: die feministische Sprachanalyse (die Analyse des Sprachgebrauchs und der sprachlich transportierten Strukturen und Wertesysteme) und die feministische Konversationsanalyse (die Analyse geschlechtsspezifischer Kommunikationsformen und Sprachnormen).
rdf:langString
Feminist language reform or feminist language planning refers to the effort, often of political and grassroots movements, to change how language is used to gender people, activities and ideas on an individual and societal level. This initiative has been adopted in countries such as Sweden, Switzerland and Australia, and has not been linked to higher gender equality.
rdf:langString
La féminisation linguistique est un procédé linguistique qui consiste à inclure le genre féminin dans le langage. Certains pays, dont la Suède, la Suisse et l'Australie, ont officiellement épousé ce type de . En France, l'Académie française, qui ne dispose que d'un pouvoir consultatif, s'y était opposée avant de s'y résoudre en 2019.
rdf:langString
Феміністи́чна мо́вна рефо́рма, також феміністи́чне мо́вне планува́ння стосується зусиль, частіше політичних і низових рухів, а також ідей на індивідуальному та громадському рівнях, спрямованих змінити те, як мова використовується щодо статі та гендеру людей, видів діяльності, статусів та посад (перш за все престижних та високооплачуваних). Переосмислення мови на предмет гідного включення жінок і гендерно-неконформних людей логічно витікає з підвищення гендерної рівності внаслідок феміністичної боротьби. Як частина державної гендерної політики феміністична мовна реформа впроваджена у Швеції, Швейцарії та Австралії. Феміністична наука, деконструюючи андроцентризм мови, визначає мову як «потужний інструмент патріархату», що формує і підтримує гендерну нерівність (гіпотеза Сепіра-Ворфа). Цілі, що стоять перед мовною реформою, спрямовані на досягнення рівноправ'я людей всіх статей та гендерів насамперед у мові та мовленні.
xsd:nonNegativeInteger
30410